Μετάβαση στο περιεχόμενο

Υλικό μνήμης και ιστορίας για τον Γρηγόρη Λαμπράκη και ένας μικρός μουσικός επίλογος (repost)

23/05/2013

Το βράδυ της 22ας Μαϊου του 1963 ο Γρηγόρης Λαμπράκης πέφτει χτυπημένος ,στη διασταύρωση των οδών Βενιζέλου και Ερμού στη Θεσσαλονίκη,έξω από την αίθουσα του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος, όπου σε κλίμα πρωτόγνωρης τρομοκρατίας εκφώνησε την τελευταία του ομιλία σε συγκέντρωση φίλων και μελών της επιτροπής για την Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη. Καθώς ο Λαμπράκης αποχωρούσε πεζός από τον χώρο της συγκέντρωσης, οι δολοφόνοι βγήκαν μέσα από το πλήθος των αστυνομικών και έπεσαν επάνω του με ένα τρίκυκλο που οδηγούσε ο παρακρατικός Σπύρος Γκοτζαμάνης. Ο επιβαίνων στο τρίκυκλο, παρακρατικός επίσης, Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, με ένα σιδερένιο λοστάρι καταφέρει θανάσιμο χτύπημα στο κεφάλι του ανυπεράσπιστου βουλευτή. Ο γιατρός, αθλητής, βουλευτής και αγωνιστής της Δημοκρατίας και της Ειρήνης Γρηγόρης Λαμπράκης, παλεύει με τον θάνατο 5 μέρες και στις 28 Μαϊου καταλήγει. Με την στάση ζωής και το θάνατό του το «γελαστό παιδί» της Ελλάδας περνάει στην Ιστορία και γίνεται σύμβολο και παράδειγμα προς μίμηση για τις επόμενες γενιές. Στην κηδεία που ακολουθεί,χιλιάδες άνθρωποι συνοδεύουν τη σορό του Λαμπράκη, φωνάζοντας «Ο Λαμπράκης ζει».
Ο Μίκης Θεοδωράκης θα γράψει στην εφημερίδα «Αθηναϊκή»: «Χάνοντας τον Λαμπράκη, κερδίσαμε χιλιάδες νέους Λαμπράκηδες, χιλιάδες ήλιους που θα θερμαίνουν και θα φωτίζουν τη μνήμη του»
Δεν έχω σκοπό να γράψω ένα ακόμα κείμενο για την ζωή,την δράση και την δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Υπάρχουν στο διαδίκτυο πολλά και καλά αφιερώματα για το θέμα αυτό. Ακολουθεί μια ενδεικτική λίστα με σχετικές σελίδες που αξίζει να διαβάσουμε:

Η γελοιογραφία του Μποστ είναι από το πλούσιο φωτογραφικό υλικό που έχει συλλέξει ο Ν.Σαραντάκος στις σελίδες του.

Mουσικός Επίλογος…

Εμπνευσμένα από τις ίδιες φιλειρηνικές ιδέες, για τις οποίες θυσίασε την ζωή του ο Γρ. Λαμπράκης, είναι και τα παρακάτω λαϊκά τραγούδια, που πρέπει να γράφτηκαν περίπου εκείνη την εποχή:
«Το τραγούδι της Ειρήνης», με τον Πέτρο Αναγνωστάκη και την Λίτσα Διαμάντη:

Όλος ο κόσμος πάνω στη γη,
φωνάζει για Ειρήνη
και όσοι χάθηκαν γι΄αυτή
ζητούνε την γαλήνη.

Όποιος θέλει ευτυχία,
όποιος έχει ανθρωπιά
στην καρδιά βαθειά ας κλείσει
ειρήνη, ο πόλεμος να σβήσει.

Από τα χρόνια τα παλιά
σ΄αυτό εδώ το χώμα,
πόσες ψυχές δεν χάθηκαν
μεσ’ στου θεριού το στόμα.

Όποιος θέλει ευτυχία,
όποιος έχει ανθρωπιά
στην καρδιά βαθιά ας κλείσει
ειρήνη, ο πόλεμος να σβήσει.

Το τραγούδι «Στον ήλιο, στο διάστημα» του Χρ. Κολοκοτρώνη με την Πόλυ Πάνου:

Έϊ, σεις οι δυνατοί της γης,
εσείς που κυβερνάτε,
το χρήμα που μαζεύετε
γιατί το σπαταλάτε,
εσείς που κυβερνάτε;

Τα βάλατε με το θεό
και σαν τρελοί ζητάτε
στον ήλιο, στο διάστημα
και στ’ άστρα για να πάτε.

Αντί να κατορθώσετε
σ’ αυτή την οικουμένη
να μην υπάρχουν άρρωστοι
φτωχοί και πεινασμένοι,
τα βάλατε με τον θεό
και σαν τρελοί ζητάτε
στον ήλιο, στο διάστημα
και στ’ άστρα για να πάτε.

Δώστε στην εργατιά λεφτά
να πάρουνε τρακτέρια
να μην οργώνει πια την γη
ο κόσμος με τα χέρια,
να πάρουνε τρακτέρια.

Κάψτε τα διαστημόπλοια
τους πύραυλους ξηλώστε
κι απ’ του πολέμου την οργή
τον κόσμο να γλυτώστε.

Αντί να κατορθώσετε
σ’ αυτή την οικουμένη
να μην υπάρχουν άρρωστοι
φτωχοί και πεινασμένοι,
τα βάλατε με τον θεό
και σαν τρελοί ζητάτε
στον ήλιο, στο διάστημα
και στ’ άστρα για να πάτε.

Το ίδιο τραγούδι, με εναλλακτικό τίτλο «τα βάλατε με το θεό» ερμήνευσε και ο Μιχάλης Μενιδιάτης.

Εγώ προτιμώ την εκτέλεση της Πόλυς Πάνου.
Και ναι… ο πληθυντικός «τα τρακτέρια» δεν μ’ ενοχλεί καθόλου.
———-
To ποστ αυτό δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στη «Μπλογκοσλοβακία» στις 21/5/2008.
Ξαναδημοσιεύεται σήμερα για την επέτειο των 50 χρόνων της δολοφονίας του Γρ. Λαμπράκη.

Κυβερνητική περιφρόνηση απέναντι στους απόρους και τους ανέργους.

20/05/2013

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΙΑΤΡΕΙΟ-ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ ΒΥΡΩΝΑ

Ελλησπόντου 12, ΤΚ 162 32 Βύρωνας

210-7628209 – 6977.747431

Ανακοίνωση

ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ ΜΠΑΓΚΛΑΝΤΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ!

Ποιος θα σταματήσει το αίσχος των υπηρεσιών της Πρόνοιας;

Στην διαβόητη πια υπηρεσία ΠΡΟΝΟΙΑΣ, η οποία  βρίσκεται στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας, κοντά στο γήπεδο του Παναθηναϊκού (παλιά νομαρχία), και από την οποία υποτίθεται εκδίδονται  τα βιβλιάρια υγείας ή δίνονται επιδόματα στους άνεργους, άπορους, ανασφάλιστους, ανάπηρους  κ.α  στοιβάζονται καθημερινά χιλιάδες συμπολιτών μας προκειμένου να διεκπεραιώσουν ότι απαιτείται για να αποκτήσουν τα βιβλιάρια υγείας κλπ. Προσέρχονται από το πρωί στις 6 και 7 και παραμένουν εκεί μέχρι και αργά το μεσημέρι, άνθρωποι γέροι και βασανισμένοι, καταδικασμένοι από την κυβέρνηση, τον υπουργό υγείας, την περιφέρεια του γνωστού κ. Σγουρού και τον Δήμο Αθηναίων στο μαρτύριο του εξευτελισμού, της ορθοστασίας και του περίμενε χωρίς πολλές φορές κανένα αποτέλεσμα. Αυτή η  εξουσία της κούφιας δημοκρατίας, που αποτελείται από πολλά μέρη αλλά είναι μία, εξευτελίζει κάθε μέρα και περιφρονεί στην πράξη εκατοντάδες συμπολίτες μας. Τους μεταχειρίζονται σαν  αγέλη. Τους έχουν στριμωγμένους σε διαδρόμους στενούς, που με δυσκολία μπορείς να αναπνεύσεις,  χωρίς επαρκή  καθίσματα και χωρίς κλιματισμό, χωρίς ένα μέρος να κάτσει η γριούλα, «η δική μας η μάνα» και «ο δικός μας γέροντας πατέρας»! Είναι ένα είδος  «θαλάμων αερίων»,  όπου επί ώρες βλέπουμε να περιμένουν κάθε μέρα δεκάδες ή και εκατοντάδες ηλικιωμένοι, άποροι και ανάπηροι άνθρωποι για να πάρουν ή να δώσουν τα βιβλιάρια πρόνοιας ή να καταθέσουν τα χαρτιά τους ή έστω να  πάρουν οποιαδήποτε σχετική πληροφορία. Η πληροφορία έχει αναχθεί σε είδος πολυτελείας. Όσες ώρες και να περιμένεις δεν μπορείς να πάρεις καμιά πληροφορία. Στήσανε αυτή την υπηρεσία, μετά τον διαβόητο Καλλικράτη, χωρίς καμιά υποδομή, χωρίς σχέδιο, χωρίς υπαλλήλους, χωρίς πόρους! Δεν υπάρχει κάν  γραφείο πληροφοριών! Δεν υπάρχει διευθυντής. Δεν  υπάρχει τίποτα. Μόνο αυταρχισμός, βία, αποδοκιμασία και περιφρόνηση στον λαό.

Οι ίδιοι οι πολίτες, που καταδικάζονται στο μαρτύριο του περίμενε,  γράφουνε μια  λίστα των προσερχόμενων, στο γόνατο  και όταν ανοίγει επιτέλους η πύλη του «αλιμπαμπά» την δίνουνε στο ανάλογο γραφείο για να πάρουν, υποτίθεται σειρά. Κάθε πρωί, μπορεί κανείς  να δει στη λίστα μέχρι και  180 ονόματα  (!) αλλά οι υποθέσεις  που τελικά είναι πιθανόν να διεκπεραιωθούν,  δεν ξεπερνάνε τίς  περισσότερες φορές τις 30-40  την ημέρα.  Οι άλλοι διώχνονται για την επόμενη. Και την άλλη μέρα αρχίζει το ίδιο μαρτύριο  με τους ίδιους ανθρώπους, που χθες στήνονταν ξανά στην ουρά της  ταλαιπωρίας και του εξευτελισμού……

Με αυτές τις πρωτόγονες υποδομές και την βαθιά αδιαφορία απέναντι στον εργαζόμενο λαό κα τη φτωχολογιά,  να διατρέχει μόνιμα και παντού κυβέρνηση, υπουργείο Υγείας,  Περιφερειάρχες τύπου Σγουρού, Δημάρχους, και αντιδημάρχους,  υπολογίζεται ότι απαιτούνται περίπου 10 χρόνια για να πάρουν τα βιβλιάρια υγείας οι δεκάδες χιλιάδες των ανέργων και των άπορων συμπολιτών μας  που τόσο έχουν ανάγκη τη νοσοκομειακή, ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη.

Η βαθιά απόσπαση  όλων όσων ασκούν εξουσία στα πλαίσια αυτών των αντιλαϊκών πολιτικών  έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό αποξένωσης , ώστε οι πρωταγωνιστές του αντιλαϊκού και διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος, στην εποχή μάλιστα της ψευτοηλεκτρονικής διακυβέρνησης, την οποία συνήθως θυμούνται μόνο όταν πρόκειται να «φάνε» από τα ΕΣΠΑ,   δεν διαθέτουν ούτε ένα γραφείο πληροφοριών, δεν έχουν τυπώσει ούτε μια ανακοίνωση- οδηγία, για να διαφωτίζουν τους χιλιάδες ανήμπορους αυτούς ανθρώπους, για τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται για να ασκήσουν τα δικαιώματά τους, δικαιώματα που σχετίζονται άμεσα με την υγεία και την ίδια την προστασία της ζωής τους.

Ποιος θα σταματήσει αυτό το αίσχος;

Κοινωνικό Ιατρείο Φαρμακείο Βύρωνα

20/5/2013

Καταγγελία για τις ελλείψεις φαρμάκων στο ΕΣΥ

18/05/2013

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΙΑΤΡΕΙΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ ΒΥΡΩΝΑ

Ελλησπόντου 12 Βύρωνας

210 7628 209 + 6977 747431

Καταγγελία

Με ευθύνη της κυβέρνησης και του υπουργείου Υγείας, το ειδικό όσο και πανάκριβο φάρμακο ΓΑΜΑ ΣΦΑΙΡΙΝΗ ( λέγεται ότι κάνει 7.000 ευρώ!) έχει εξαφανισθεί από τα φαρμακεία των κρατικών νοσοκομείων με αποτέλεσμα να υπάρχει σχετική αδυναμία χορήγησής του και η υγεία πολλών ασθενών να τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο. Το φάρμακο αυτό, όπως και ορισμένα αντικαρκινικά και άλλα φάρμακα, ειδικής θεραπευτικής αξίας, δεν υπάρχει στα ιδιωτικά φαρμακεία, χορηγείται αποκλειστικά από τα κρατικά φαρμακεία των νοσοκομείων, υπάγεται στο νόμο 3816/10 και λόγω της υψηλής τιμής του χορηγείται δωρεάν σε όλους τους ασφαλισμένους χωρίς καμιά συμμετοχή.

Το Κοινωνικό Ιατρείο Φαρμακείο Βύρωνα δέχεται συνεχώς σωρεία καταγγελιών  για  τρομακτικές ελλείψεις φαρμάκων, που σημειώνονται σε όλα τα φαρμακεία των κρατικών νοσοκομείων και αφορούν όχι μόνο την περίπτωση των σπάνιων φαρμάκων αλλά και συνήθη φάρμακα, που είναι ευρείας χρήσης. Γέροντες, ανάπηροι, άρρωστοι, άνθρωποι ανήμποροι και με ποικίλα προβλήματα κίνησης, οι οποίοι έχουν βιβλιάρια της Πρόνοιας,  εξαναγκάζονται να ξεθεώνονται στις γύρες,  από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, να υποβάλλονται σε έξοδα μετακίνησης και τελικά να καταλήγουν με άδεια χέρια ζητώντας την συνδρομή των κοινωνικών φαρμακείων επειδή το ΕΣΥ αδυνατεί να ικανοποιήσει τις βασικές φαρμακευτικές ανάγκες των ελλήνων πολιτών.

Ακόμα, δεχόμαστε καταγγελίες πολιτών ότι σε ορισμένες περιπτώσεις εμφανίζονται φαινόμενα κανιβαλισμού και ότι διοικήσεις κρατικών νοσοκομείων αρνούνται να χορηγήσουν σε ΑΝΕΡΓΟΥΣ ΚΑΙ ΑΠΟΡΟΥΣ ΑΝΑΣΦΑΛΙΣΤΟΥΣ ασθενείς με καρκίνο ή άλλες σοβαρές παθήσεις, φάρμακα για την θεραπεία τους, επειδή αυτά έχουν υψηλό κόστος και τους ασκούν ισχυρές πιέσεις για να αγοράσουν τα φάρμακα ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΟΙ ΑΝΕΡΓΟΙ ΚΑΙ ΑΠΟΡΟΙ ή μέσω συγγενών τους ή με διάφορους άλλους τρόπους κλπ!….

Θέτουμε αυτές τις απαράδεκτες καταστάσεις υπόψη των πολιτικών κομμάτων των βουλευτών και των συνδικαλιστικών οργάνων των εργαζομένων στην Υγεία και τους καλούμε να παρέμβουν για να τερματισθεί αυτό το καθεστώς, που θέτει σε αυξημένους κινδύνους την υγεία και την ζωή χιλιάδων συμπολιτών μας.

Δ. Σουλιώτης, Υπεύθυνος ΚΙΦΒ

Πώς γίνεται κάποιος ζητιάνος;

15/05/2013

Ο κ. Παπανικολάου Δημήτρης,  απλήρωτος -πρώην εργαζόμενος στη Μη Κυβερνητική Οργάνωση  ΑΝΤΙΡΡΟΠΟΝ, έστειλε το παρακάτω κείμενο, όπου εξιστορεί τα προβλήματα των εργαζομένων  στο «πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας της περιφέρειας Αττικής μέσω της Μ.Κ.Ο Αντίρροπον», και το οποίο δημοσιεύω.

ζητιάνος

Πώς γίνεται κάποιος ζητιάνος;

             Τρίτη 16 Απριλίου, Δήμος Ελευσίνας, Κέντρο Διαλογής και Ανακύκλωσης Υλικών, ένα όχημα τσουλάει και πατά τα πόδια ενός εργάτη ο οποίος δεν ξέρει καλά καλά ποιος είναι το αφεντικό του και παθαίνει πολλαπλά κατάγματα στο αριστερό πόδι ενώ φέρει κακώσεις στο δεξί. Πατέρας 5 ανήλικων παιδιών, μακροχρόνια άνεργος ο ίδιος και η γυναίκα του μπήκε στο πρόγραμμα «Κοινωφελούς» Εργασίας της Περιφέρειας Αττικής μέσω της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας Αντίρροπον, με τη ελπίδα να ταΐσει τα παιδιά του.

Το ατύχημα συνέβη ενώ ήταν απλήρωτος μετά από 2 μήνες δουλειάς με τις χειρότερες συνθήκες, χωρίς συντάξιμα ένσημα, χωρίς πληρωμένες άδειες και με μηδαμινά μέτρα προστασίας, μέσα στα σκουπίδια.  Η γυναίκα του επίσης απλήρωτη από το προηγούμενο «Κοινωφελές» πρόγραμμα που εργαζόταν. Την ίδια μέρα τους επισκέπτονται στο σπίτι τους ο ιδρυτής της Αντίρροπον και ο Δήμαρχος Ελευσίνας για να τον παρακαλέσουν να μη δηλώσει εργατικό ατύχημα αλλά ότι τον πάτησε αμάξι στο δρόμο εκτός δουλειάς! Πάλι καλά που υπήρχε και ένα σωματείο στο Δήμο να τον ενημερώσει ότι δεν δικαιούται αν κάνει κάτι τέτοιο, ούτε χρήματα για τον καιρό που δε θα μπορούσε να δουλέψει, ούτε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ούτε αποζημίωση σε περίπτωση που του αφήσει κάποιο πρόβλημα υγείας.

Μα καλά ποιοι άνθρωποι  μπορεί να τα ανέχονται όλα αυτά θα αναρωτιέστε; Μόνο οι σύγχρονοι σκλάβοι των (Μη)Κυβερνητικών Οργανώσεων. Έχει και συνέχεια όμως… Τοπική Αυτοδιοίκηση και Αντίρροπον εγγυώνται τότε ότι θα φροντίσουν να το βοηθήσουν να κάνει Πάσχα αυτός και η οικογένεια του. Αφού πηγαινοέρχεται από το Δήμο Ελευσίνας στο Δήμο Μάνδρας για να μάθει από ποιο Κοινωνικό Παντοπωλείο δικαιούται τρόφιμα, λόγω του ότι είχε στο δεύτερο την εντοπιότητά του, καταφέρνει να πάρει κάποια πακέτα μακαρόνια!

Σήμερα 3 μήνες μετά και ενώ το «κοινωφελές» πρόγραμμα συνεχίζεται δεν έχει πληρωθεί ούτε ο ίδιος, ούτε η γυναίκα του, ούτε κάποιος από τους συναδέλφους του. Όταν τον συνάντησα χτες με τις πατερίτσες στην Παραλία Ελευσίνας  να ζητά ελεημοσύνη, ένας αξιοπρεπέστατος άνθρωπος μαζί με την 13χρονη κόρη του, για να μπει ένα πιάτο φαί στο σπίτι σάστισα. Όταν μου είπε ότι το κακό ήταν ότι επειδή πριν το Πάσχα δεν είχε αναρρώσει το δεύτερο του πόδι, δεν μπορούσε να κάνει το ίδιο ώστε να κάνουν  Ανάσταση θύμωσα ακόμα περισσότερο.

Μετά κατάλαβα… να πως γίνεται κάποιος ζητιάνος! Είδα σε αυτόν τον άνθρωπο  το μέλλον το δικό μου και πολλών άλλων αν δεν κάνουμε κάτι σύντομα.

Από τους διάφορους «φιλάνθρωπους»  μόνο εξευτελισμό της αξιοπρέπειας μας έχουμε να περιμένουμε, έτσι μας θέλουν, μας οδηγούν στη ζητιανιά  για να μας κάνουν τους καλούς αργότερα πετώντας μας ένα κομμάτι ψωμί από αυτά που ήδη δικαιούμαστε. Το πιο κυνικό της υπόθεσης είναι ότι αυτή η οικογένεια ανήκει στην ομάδα των Ρομά,  για τους οποίους υποτίθεται η συγκεκριμένη ΜΚΟ θεωρείται και Εθνικός Παρατηρητής από το Συμβούλιο της Ευρώπης για τα δικαιώματά τους!

Π.Δ.

Δελτίον Τιμών και …Ατίμων

09/05/2013

Το παρακάτω κείμενο με τίτλο »Εμπορικόν Δελτίον»  δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ασμοδαίος» το 1875.  Στο εμπορικό αυτό δελτίο περιγράφεται  με όρους  αγοράς η κοινωνική και πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα του 1875.
Όλες οι στήλες τύπου «In and Out» ή «Up and Down» κλπ, που κατέκλυζαν τα  lifestyle ελληνικά περιοδικά στις δεκαετίες του 80′ και του 90′ θα ανακαλύψουν στο κείμενο αυτό τον μακρινό τους πρόγονο. Μόνο που οι συντάκτες όλων αυτών των χαζοστηλών  θα είχαν πολλά να ζηλέψουν από την κομψότητα, το ύφος και την διεισδυτική ματιά του συντάκτη του «Εμπορικού δελτίου» του «Ασμοδαίου»·  Που δεν είναι άλλος από τον λογοτέχνη  και συνεκδότη του «Ασμοδαίου» Εμμανουήλ Ροΐδη.

41a1f-asm11

Εμπορικόν Δελτίον

Η αγορά ως επί το πλείστον ζωηρά. Τα είδη του συρμού υποστηριγμένα. Ολίγαι πράξεις εις τα παλαιά και εις παρακαταθήκας.

  • Πατριωτισμός: Της παλαιάς εσοδείας αζήτητος· τα νέα φθασίματα δευτέρας ποιότητος· οι κάτοχοι τα αφίνουν εις μικράς τιμάς· αγορασταί ολίγοι.
  • Σύνταγμα: Παρακαταθήκη ελαττωμένη. Προσπάθεια γίνεται να υποστηριχθή το είδος. Εξόδευσις πολύ μικρά.
  • Εφημερίδες: Αφθονία· το πράγμα κακής ποιότητος. Τιμαί μικραί· εξόδευσις μεγάλη των κατωτέρων ποιοτήτων.
  • Αρετή: Εμπόρευμα παλαιόν και σπάνιον. Ολίγα δέματα υπάρχουσιν· οι κάτοχοι δεν τα εξάγουσιν εις την αγοράν. Η παραγωγή ηλαττώθη από πολλών χρόνων.
  • Τιμή: Ουδεμία πράξις· εντελής αζητησία.
  • Πολυτέλεια: Η αγορά ζωηροτάτη· το πράγμα υποστηρισμένον· ύψωσις των τιμών γενική. Η κατανάλωσις γενικεύεται από ημέραν εις ημέραν.
  • Ομογενείς: Καθημερινά φθασίματα. Αι τιμαί εις έκπτωσιν.
  • Πολιτική: το είδος υποστηριγμένον· κατανάλωσις πολλή· τιμαί σχετικώς μεγάλαι.
  • Βουλευταί: Δέματα ολίγα, αλλά και αυτά αβαριάτα. Το πράγμα δεν έχει υπόληψιν.
  • Παιδεία: Ολίγαι κάσσαι καλής ποιότητος εις διαμετακόμισιν, αλλ’ εντελώς αζήτητοι. Το εξοδευόμενον πράγμα κατωτάτης ποιότητος και εις μικράς τιμάς.
  • Υπάλληλοι: Η αγορά γεμάτη· προσφέρονται δια τίποτε.
  • Ποιηταί: Προσφορά πολλή, ζήτησις ολίγη. Γαλήνη εις τας τιμάς. Ελεγειακών επωλήθηκαν κατά το επταήμερον 16 βάλ. προς 40-45 λ. Δραματικών 12 βάλ. προς λ. 85-90. Επικών έλλειψις. Κωμωδοποιών 1 βάλλα εις προσδοκίαν προς λ. 48.
  • Έρως: Πράγμα πολύ και φθηνόν. Παραδίδεται μόνον τοις μετρητοίς. Η ποιότης κακή· αφίνει arrière-goût δυσάρεστον· το είδος όμως είναι υποστηρισμένον. Αγορασταί ως επί το πλείστον αμύστακες.
  • Φιλανθρωπία: Γνησίας έλλειψις· imitation υποστηριγμένη.
  • Αντιπολίτευσις: Αφθονία εις την αγοράν. Πράξεις πολλαί εις τιμάς συγκαταβατικάς. Προσδοκίαι υπερτιμήσεως.

Emporikon deltion-Asmodaios-ar-3-1875

Επειδή κάποιες λέξεις μπορεί να μας ξενίσουν (εμπορικοί όροι  πριν 140 χρόνια γαρ) ζήτησα βοήθεια (ευχαριστώ Νίκο) για ορισμένες απ΄αυτές.

Υποστηριγμένα : έχουν αρκετή ζήτηση κι έτσι δεν πέφτει η τιμή τους.

Αβαριάτο : είναι αυτό το εμπόρευμα που έχει πάθει αβαρία, το φθαρμένο ή αλλοιωμένο.

Κάσσαι: κιβώτια, συσκευασία και μονάδα μέτρησης εμπορευμάτων.

 Βάλλα : μπάλα, μονάδα μέτρησης για υφάσματα, μπαμπάκια κτλ.

λ. : λεπτό, υποδιαίρεση της δραχμής

Και τέλος, η γαλλική έκφραση «arrière-goût» σημαίνει επίγευση.

(Πάσχα τρανό σαν την καρδιά μας…)

03/05/2013

sikelianos

Σωπάστε αδέρφια. Το τραπέζι είναι στρωμένο.

Και δεν θα το ξεστρώσουμε πριν πάρει τέλος.
Να πιήτε σεις να πιουν κι αυτοί. Να πιω κι εγώ συντρόφοι.

Πασχαλινό είν’ το τραπέζι και μεγάλο.
Κι οχτρούς και φίλους τους χωράει η ίδια τάβλα.

Καθένας το ποτήρι του να πιεί. Καθένας να μεθύσει
με το δικό του το μυαλό κι όποιο του πάει τραγούδι
να τραγουδήσει πάνω στα κεράσματα.

Τι εδώ είναι Πάσχα. Και το θέλουμε ως το τέλος Πάσχα.
Πάσχα πλατύ. Πάσχα τρανό σαν την καρδιά μας.
Πάσχα για οχτρούς. Πάσχα για φίλους. Πάσχα για όλους.

Τι ένα σφαχτό μπορεί να φτάσει σε χιλιάδες
σαν οι καρδιές μονιάσουν όλες στην αλήθεια.

Όρκο μεγάλο ομόσωμεν αδέλφια αλήθεια.
Το νιόν αυτό παράδεισο που μας αντάμωσε όλους
με τους αγώνες στην αρχή, με το ψωμί κατόπι,
με τις δροσιές του, με τα λουλούδια, με τα πουλιά του
να τον απλώσουμε στη γην αγάλι-αγάλι
κι οι Ανατολίτες λαοί κι από την Δύση να το σπρώξουν.

Ακούραστοι μπροστά κι αντάμα πάντα
το ζωντανό νερό της πίστης μας αδέλφια
απ΄τους φραγμούς να το λυτρώσουμε τον κόσμο να ποτίσει.

————-

Απόσπασμα από την τραγωδία του Άγγελου Σικελιανού » Ο Χριστός Λυόμενος ή ο θάνατος τού Διγενή» ( 1947)

Η Ξανθή (Ανάμνησις του Πάσχα)

30/04/2013

«Η Ξανθή» είναι ένα πασχαλινό χρονογράφημα του Αθηναίου θεατρικού συγγραφέα, εκδότη, ευθυμογράφου, χρονογράφου, πεζογράφου και ποιητή Τίμου Μωραϊτίνη (1875-1952), που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΣΚΡΙΠ» στις 17 Απριλίου του 1894.
Προσοχή! Το κείμενο που ακολουθεί είναι… αυστηρώς κατάλληλο, για ανήλικους και ενήλικους, για νηστεύσαντες και μη…

Clipboard01

Clipboard02
Εισήλθεν εις τον κοιτώνα του τρέμων εκ του πάθους, με οφθαλμούς υπερύθρους, εξερχομένους αγρίως από τας κόγχας των, με χείρας παραλυμένας και κρεμαμένας εκ της αδυναμίας, με πόδας ξεκλειδωμένους και τρεκλίζοντας, με πρόσωπον απαισίως ωχρόν εκ της νηστείας…

Εκείνη ατημέλητος, γυμνή σχεδόν, χωμένη εις εν λευκόν διαφανές ύφασμα, ξανθή, παχουλή, με το ροδίζον χρώμα των παρειών της, με την θωπευτικήν αύραν των αρωμάτων της, με το κοκκινωπόν σαν ηλικοκαμένον δέρμα της, με την αιωνίως ντροπαλήν της όψιν, εξηπλούτο νωχελώς εις μίαν γωνίαν του μαλακού ανακλίντρου του και τον ανέμενεν.

Ήτο η νυξ της Αναστάσεως. Την νύχταν εκείνην του υπεσχέθη να παραδοθεί… Του το είχε υποσχεθεί προ μιας εβδομάδος…
Επλησίαζεν η δωδεκάτη. Ολίγον ακόμη και οι κώδωνες των εκκλησιών θα ανήγγελον την ανάστασιν, ολίγον ακόμη και τα κατακόκκινα αφράτα εκείνα μάγουλα θα ήταν ιδικά του, ολίγον ακόμα και θ’ απελάμβανε το μυρόβλητον εκείνο σώμα…
Και εις την ιδέαν της πραγματώσεως του ονείρου τούτου ο οργανισμός του ήρχισε να κλωνίζεται, αι αρτηρίαι του να σφύζουν, το αίμα να του σφίγγει μέχρι πνιγμού τον λάρυγγα.

Αίφνης οι κώδωνες των εκκλησιών ήχησαν χαρμοσύνως, φωναί χαράς, φωναί τρελλαί συνανεμίγησαν μετ’ αυτών και ο παπάς έψαλλε το «Χριστός ανέστη».

Μόλις ίστατο εις τους πόδας του ο πτωχός, μόλις ηδυνήθη να προφέρη τ’ όνομά της και ερρίφθη έξαλλος επ΄αυτής… Την έσυρε εις μίαν γωνίαν, την εξεσκέπασε, την έσφιξε περιπαθώς εις την αγκάλην του, εκόλλησε λαιμάργως επ΄αυτής τα χείλη του και η ωραία, ξανθή, αφράτη…κουλούρα του Πάσχα κατεβροχθίσθη.

Τίμος

Clipboard03

Καλό Πάσχα συνέλληνες…

Των…Παθών

29/04/2013

Η εβδομάδα των Παθών
στους Ρωμιούς είναι αιών.
Κι, άμα θες, ο Γολγοθάς,
είναι η ίδια η Ελλάς.

Οι Πιλάτοι κυβερνούν,
οι Ιούδες ξεπουλούν,
και τα «δείπνα» τα κρυφά
γίνονται στα φανερά.

Ένα ένα τα καρφιά
μπήγονται, κι είναι πολλά.
Το φορτίο είναι βαρύ
κι η Ανάσταση αργεί.

golgotha park

 

 

Σημειώσεις για ένα μαύρο Απρίλη…(3ο μέρος)

23/04/2013

Σημειωματάριο

H παντρεμένη αδελφή της δασκάλας ήρθε, κατοικεί με τους γέρους γονείς, τής το παράγγειλε κι ο άντρας της, όπως τον πήρανε απ’ την πρώτη νύχτα.«…Να πας στο πατρικό σας με το παιδί». Με πολλά παρακάλια ένας θείος εθνικόφρονας έμαθε πως είχανε πάει τον άντρα της στο τάδε Τμήμα, τού’στειλε ρούχα. Τώρα κλειστήκανε μέσα όλοι, ο δάσκαλος τρέχει κάθε τόσο, σηκώνει το κομμένο τηλέφωνο: «εμπρός, εμπρός», η μητέρα μέρα -νύχτα βογγά, τρώνε και δεν τρώνε. Ο Νίκος, τ’ αγόρι 10 χρονώ στις τόσες μέρες, θέλει να κατέβει να παίξει στο δρόμο, μερικά παιδιά ξεμυτίσανε. «…Έχεις φίλους εδώ στη γειτονιά;», η μάνα του ανήσυχη. «Τι λες καλέ μαμά, ο Μήτσος, ο Κωστάκης, όλοι φίλοι μου…», κατεβαίνει χαρούμενος.

Οι φίλοι όμως τον κυττάζουνε παράξενα, δεν του φωνάζει κανείς, «έλα με μας», οι 2 παρέες που παίζουνε μπάλα, σταματήσανε το παιχνίδι. «Πόσο είναι το σκορ;» ρωτά ο Νίκος, να φανεί πως ξέρει, πως θέλει να λάβει θέση. Μα ο Μήτσος με το πόδι έτοιμο να κλωτσήσει τη μπάλλα, σηκώνει τα μάτια και τον ρωτά πονηρά: «Πού είναι η θεία σου;»-ποιος ξέρει τι άκουσε σπίτι του. Ο Νίκος τά’χασε, δεν βρίσκει άλλο να πει, του φωνάζει: «…Δεν μας τράταρε η θεία μου λουκουμάδες στη γιορτή μου;» και μένει καρφωμένος, έτοιμος να κλάψει- μα και δεν κλαίει. Τα παιδιά μαζεύουνε τη μπάλλα και φεύγοντας φωνάζει ο Μήτσος: «…Την πήρανε οι χωροφύλακες».Και τ’ άλλα παιδιά φωνάζουνε τραγουδιστά σα να παίζουνε κανένα καινούργιο παιχνίδι,«Την πή-ρα-νε την πή-ρα-νε». Ο Νίκος τους βλέπει άξαφνα εκειδά που στέκεται, τους πετά δυο μούντζες «να…να», με τα δυο του χέρια, κάνει μεταβολή, ανεβαίνει στο σπίτι πάλι τρέχοντας και ξεσπά στα κλάματα πάνω σ’ ένα καναπέ.

Τώρα βγαίνουνε πάλι εφημερίδες ίδιο σχήμα, ίδια στοιχεία, συντάχτες, ιδιοχτήτες στη θέση τους. Μα σα να έχει αρχίσει κάποια παράσταση, σα να μας κυκλώσανε άξαφνα τρελλοί και μανιακοί, παριστάνουνε την εξουσία, την κοινωνία, σε κάποιο νούμερο αποκριάτικο, αφρίζουνε, βρίζουνε,καυχιούνται, κατηγορούνε, τρίζουνε τα δόντια, γαυγίζουνε -για μια στιγμή τους λυπάσαι… «Αυτοί θα σκάσουνε…». Όμως, κρατούνε όπλα, πυροβολούνε «…και σκοτώνουνε άραγε;». Πόσο τάχα θα βαστάξει το νούμερο; Πόσο θα βαστάξουμε;

Οι ξένοι δημοσιογράφοι δεν έχουνε μάτια ή τα κλείνουνε, ούτε γλώσσα κατάλληλη να τα πούνε απλά και ίσια «στην Ελλάδα στρατοκράτες βαλτοί των Αμερικάνων καταλύσανε τη Δημοκρατία, επιβάλανε φασιστική δικτατορία, επίσης διωγμός των αριστερών, έκτακτα στρατοδικεία», όπως τα ξέρουμε, αλλά μιλούνε «αντικειμενικά» και σε διάφορες δόσεις, οι διάφορες σάλτσες «ο κόκκινος κίνδυνος», «η αναρχία».

Οι φιλάνθρωποι Σταυροί ζητούνε αριθμούς, πόσοι έχουν πιαστεί, πόσοι άντρες, πόσες γυναίκες, πόσοι δεμένοι χεροπόδαρα, πόσοι μόνο χέρια ή μόνο ποδάρια, μήπως σαλεύουνε τα δάχτυλα, άραγε τους φράξανε και το στόμα…

Απ’ τις πρώτες μέρες βάλανε μπρος και τη μηχανή που σκίζει τον άνθρωπο από μέσα, τον κουρελιάζει, μαζεύουνε δηλώσεις.
Σ’ ένα γραφείο της Αστυνομίας ο διευθυντής έστειλε κι έφερε τη γυναίκα ενός κρατούμενου με τα δυό του παιδιά, τον φέρνουν κι εκείνον από ένα υπόγειο. Τα 2 παιδιά πέφτουνε πάνω του, τον αγκαλιάζουνε απ΄τα πόδια, η γυναίκα βλέπει το χάλι του που είχε να φάει και να κοιμηθεί 4 μερόνυχτα, μαρμάρωσε. Εκείνος αναρρουφά όπως το συνήθιζε από μικρός. Ο διευθυντής ευχαριστιέται το θέαμα, λογαριάζει πως η δήλωση αυτουνού θα έχει σημασία, μικρή δήλωση να του απαιτήσει άραγε ή και αποκήρυξη και δημοσίευση σ’ εφημερίδα, συλλογιέται. Άξαφνα ξεχωρίζει κάτι λόγια: «Τώρα Μανωλάκη θ’ ακούς τη μάνα σου, είσαι πια μεγάλος- εσύ Σταύρο να μην πας ποτέ στο σχολείο αδιάβαστος, έτσι γιε μου;». Δηλαδή αποχαιρετιούνται; Πλησιάζει μ’ ένα στυλό στο χέρι: «Ορίστε, τι θα γράψετε πια, το ξέρετε, είστε μορφωμένος άνθρωπος και πριν βραδυάσει θά’σαστε σπίτι σας» και χαμογελά.

Χαμογελά κι ο κρατούμενος χωρίς θυμό, σχεδόν με λύπη που δεν θα του κάνει τη χάρη: «…Ξέρετε καλά, το ξέρετε και σεις πως αυτό δεν γίνεται…». Το ψεύτικο καλωσυνάτο πρόσωπο του αστυνόμου σκλήρυνε, σπρώχνει την οικογένεια του κρατούμενου προς την πόρτα, «πάρτους», ξεφωνίζει του σκοπού. Γυρίζει καταπάνω στον κρατούμενο, τον κολλά στον τοίχο, τον πιάνει απ΄τα μαλλιά και του κοπανά το κεφάλι μπρος-πίσω, αρπάχνει ένα μαστίγιο, κάνει 2-3 βήματα πίσω, χτυπά, τον ρίχνει χάμω, τον κλωτσά, σφυρίζει το μαστίγιο, σκίζει ρούχα, κρέατα. Τον κατεβάσανε πάλι στο υπόγειο σηκωτόν, όπου φαίνεται το πετσί του είναι κιτρινόμαυροι λεκέδες, λεκέδες σαν κανενούς σκοτωμένου φιδιού.
Κι απ’ τα ρουθούνια στάζει αίμα. Οι συγκρατουμένοι του απλώσανε 2 κουβέρτες στην καλύτερη γωνιά.

Στον Ιππόδρομο έγινε φονικό. Ήταν στο σύρμα πάνω από 2.000 αριστεροί. Ένας λοχαγός δίνει μια διαταγή σε μια ουρά, του φάνηκε πως κάποιος παραμέρισε, έτσι του φάνηκε, τραβά το πιστόλι, του ρίχνει δυο απανωτές, πέφτει ένα κορμί ανάμεσα στα πόδια των αραδιασμένων συντρόφων, κοκκαλώσανε όλοι, σπιθαμή δεν μετακινιούνται. «Άραγε θα ρίξει κι άλλες, θα ρίξουνε κι άλλοι;». Το αίμα κοκκινίζει στο στήθος του πληγωμένου, κείτεται ανάσκελος, γίνεται κάποιο σούσουρο, φωνάζουν οι φρουροί «γιατρό». Δυο κρατούμενοι γιατροί τρέξανε, γονατίσανε δίπλα του. Δυο απ΄τους κρατούμενους κάνουνε τότε δυο βήματα όξω απ’ τις σειρές με απόφαση, τα μάτια τους γυαλίζουνε, σκίζουνε τη θολούρα του φόβου, μιλούνε κοφτά: «Μας έχετε στα χέρια σας, αν είναι να μας σκοτώσετε να το ξέρουμε…».  Ακούγονται γύρω-γύρω κάτι πνιχτές αναπνοές, ο λοχαγός που τράβηξε ξαφνιάστηκε, οι 2 γιατροί σηκωθήκανε άπραχτοι, ξεσκονίζονται. Ήρθανε οι φρουροί και σηκώσανε το πρώτο θύμα. «Ξέρει κανείς τ’ όνομά του; Με ποια ομάδα πιάστηκε;». «Είναι ο Ελής, ο Ελασίτης», είπε κάποιος, τόσο μαθεύτηκε τότε.

Στον προλιμένα του Πειραιά είναι αραγμένο ένα οπλιταγωγό. Η κατεβασμένη πρύμη του σαν στόμα ορθάνοιχτο κανενούς θεριόψαρου παραμονεύει. Φτάνουνε φάλαγγες, φάλαγγες καμιόνια στρατιωτικά, η προκυμαία τραντάζει, ξεφορτώνουνε κρατούμενους, τους περνούνε τρέχοντας ανάμεσα σε διπλούς στίχους στρατιώτες με τ’ αυτόματα έτοιμα. Ένας προβολέας στη γέφυρα του καπετάνιου κόβει μέσα στη νύχτα ένα τριγωνικό φως, όσο για να φωτίζεται το έγκλημα. Κάτι παλιές βρισιές και βλαστήμιες «κατσαπλιάδες», «προδότες», ακούγονται, σπρωξιές, «μέσα, μέσα». Ο βουερός Πειραιάς, που άλλοτε τέτοια ώρα χαράματα είναι στο πόδι, φάμπρικες, φουγάρα σφυρίζανε, καλημερίσματα και γέλια και πειράγματα τα συνάφια της εργατιάς, η άγρυπνη αλητεία, τώρα βουβό, νεκρό λιμάνι. Στ’ αμπάρι άλλοι σκοποί ουρλιάζουνε: «Χάμω καθήστε, χάμω», «εδώ πατάτε, καθήστε»,«ούτε κεφάλι μη γυρίστε», «τσιγάρο δεν θ’ ανάψει κανείς», έτοιμοι να ρίξουνε. Τώρα κλείσανε τ’ αμπάρια, το καράβι σαλπάρει, από κάτω η θάλασσα πλατσαρίζει, αρχινά το σκαμπανέβασμα, έχουνε βγει απ΄το λιμάνι, ένα κύμα τούς πετά ψηλά, τραντάζουνε, τ’ άλλο τους βουτά, κάθε κύμα βογγητά, ξεράσματα, ξερνούνε κι οι σκοποί, βρωμά το κλειστό αμπάρι, τα χνώτα, ο ιδρώτας βρωμούνε απ΄την αγωνία, τα σανίδια πρασινίσανε απ’ τη χολή. Κι εδώ πάλι κάμποσα κεφάλια μένουνε ορθά, κάμποσα χέρια πάλι στηρίζουνε κούτελα μελανιασμένα, σκουπίζουνε χείλια που κρέμονται, το ίδιο πάλι χαμόγελο εδώ-εκεί, το άσβηστο θαρρείς πως λέει: «Μας βασανίζετε βασανιστές, δουλιά σας- κι εμείς βαστούμε, δουλιά μας».

Απάνω που αλλάζει βάρδια ένας κρατούμενος σηκώθηκε όρθιος, σα να πήρε καμιά ιδιαίτερη διαταγή, βάζει το χέρι στ’ αυτί του, αφουγκράζεται, κάνει να ζυγιαστεί απ΄ τό’να πόδι στ’ άλλο, μονομιάς τον τραβούνε χάμω οι διπλανοί, κουβαριάζεται, πετά το κεφάλι εδώ-εκεί, το βροντά χάμω, τον κουκουλώνουνε μ’ ένα σακάκι. Τέλος τεντώνεται, ξεραίνεται, όλα γίνανε σε μισό λεπτό μέσα, ο καινούργιος σκοπός πολεμά να πιαστεί κάπου, τον τραντάζει το ένα κύμα, τ’ άλλο, δεν πήρε είδηση.
«Ανοίξτε μας» φωνάζουνε μερικοί, «θα σκάσουμε».
«Να σκάσετε».
«Μην τους ζητάτε τίποτε, φχαριστιούνται», λένε οι παλιοί.

Μετά κάμποσες ώρες, το καράβι κύλησε απ’ τη μια μπάντα στην άλλη -άρα κάνει στροφή, κόβει δρόμο η μηχανή, κάπου φτάσανε. Αλυσίδες, σφυρίγματα. «Πού είμαστε;». Ανοίγουνε τ’ αμπάρια, ένας ήλιος πρωινός, λοξός, τρύπωσε μέσα, μπουκάρει καθαρός αέρας, δροσίζει κατάξερα πλεμόνια, σκορπά λίγο η μπόχα. Και μια λουρίδα θάλασσα φάνηκε γαλαζοπράσινη, κρυσταλένια. Τα πιο γρήγορα μάτια πασκίζουνε να καταλάβουνε πού φτάσανε. Ο αξιωματικός της αποστολής πηδά σε μια μαούνα που πλησίασε, δυο χωροφύλακες είναι μέσα, τα περίστροφα στη μέση, στη θήκη, σαν αχρείαστα. «Πού είμαστε;». Σαν πιο ήμερα όλα. «Νάναι παγίδα;». Μια στιγμή ένας παλιός έβαλε μια φωνή: «Τα Γιούρα».
Η ονομασία τους χτυπά κατάμουτρα. Φάνηκε τώρα μια πλαγιά του αβλάστητου νησιού και τα καταραμένα χτίσματα, που κάθε πέτρα τους είναι κουβαλημένη με βόγγο, με βλαστήμιες. Δηλαδή «μάς φέρανε στο κάτεργο».
Μερικοί ξερνούνε άλλη μια φορά.
Ύστερα τους αποβιβάσανε κατά εικοσάδες.

Στο “Σημειωματάριο” αυτό η Έλλη Παπαδημητρίου περιγράφει με  μικρές ολοζώντανες εικόνες , ψηφίδα ψηφίδα, το μαύρο μωσαϊκό  των πρώτων ωρών της 21ης Απρίλη του 1967,  καθώς και των πρώτων ημερών που ακολούθησαν. Το κείμενο δημοσιεύτηκε  σε 3 συνέχειες (21/22/23 Απρίλη του 1976) στον Ριζοσπάστη. Σε 3 συνέχειες δημοσιεύτηκε και στο μπλογκ.  Αυτό είναι το τρίτο και τελευταίο μέρος.

Η Έλλη Παπαδημητρίου  γεννήθηκε στα 1906 στη Σμύρνη και μεγάλωσε στην Αθήνα όπου σπούδασε γεωπονία. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή : «Απόκριση», 1946, με ποιήματα από τη Μέση Ανατολή κατά τον πόλεμο, το θεατρικό : «Ανατολή», 1952, από τη Μικρασιατική Καταστροφή και το : «Ποιητική Γνώση», που κυκλοφόρησε το 1952 σε περιορισμένη έκδοση. Το 1961 εκδόθηκε το «8 τετράδια ποιήματα», το 1963 «Το βουνό», το 1964 το «Ελληνική Βοήθεια προς Αμερική» και το 1964 επίσης το «Ακούμε τη φωνή σου, Πατρίδα», σειρά από μαρτυρίες σε συνεργασία με 17 αφηγητές. Πέθανε στην  Αθήνα το 1993

Σημειώσεις για ένα μαύρο Απρίλη…(2ο μέρος)

22/04/2013

Σημειωματάριο

H κυκλοφορία επιτράπηκε την παράλλη μέρα. Και πριν περάσει ώρα έχουνε βγει στους δρόμους οι γυναίκες των πιασμένων, μανάδες, αδελφές με καμιά γειτόνισσα ή φιληνάδα τρέχουνε να μάθουνε πού τους έχουνε, πάνε και σε δεξιούς συγγενείς ή γνώριμους, άλλοι πρόθυμοι σηκώνονται, άλλοι σηκώνονται με δυσκολία, φοβούνται μα και ντρέπουνται ή φοβούνται και δεν ντρέπουνται, άλλοι ακούνε, άλλοι ούτε ν’ ακούσουν δε θέλουνε.
Κι όπου πάνε αυτές, τους απαντάνε «…δεν ξέρουμε…», τις διώχνουνε. Ή λένε «…τους σηκώσανε…», από Αστυνομία σ’ Αστυνομία κι από Ασφάλεια σε Ασφάλεια.

Σε μια πύλη μιανής φυλακής δυο γυναίκες γνωριστήκανε, αγκαλιάζονται «…πόσα χρόνια είναι… εγώ πάλι για το Θανάση, εσύ για το Βαγγέλη…» βουρκώσανε τα μάτια τους.
Κι αλλού πιάνουνε ουρά, περιμένουνε, αλλού δεν τις αφήνουνε ούτε να περιμένουνε «διαλυθήτε».
– Ρούχα δεν παίρνετε καλέ, μια κουβέρτα…

Ένας σκοπός χασκογελά διασκεδάζει, άλλος αγριεύει φοβερίζει… ένας κληρωτός κυττάζει αλλού, ντρέπεται.
Διαβάστε περισσότερα…

Σημειώσεις για ένα μαύρο Απρίλη…

21/04/2013

 Σημειωματάριο

     Απρίλιο μήνα, στις 21 τα μεσάνυχτα, η Αθήνα σείστηκε, οι δρόμοι βουλιάζουνε, τανκς και μηχανοκίνητα έχουνε καταλάβει τις πλατείες, τη Βουλή, το Ζάππειο, κανόνια και πολυβόλα στημένα σημαδεύουνε τους διαβάτες, στρατιώτες και σκοποί παντού με κράνη και αυτόματα στα χέρια,-ποιός ο εχθρός;
     Την ίδια ώρα καμιόνια στρατιωτικά πλακώσανε σε γειτονιές, σε προάστια, αξιωματικοί και υπαξιωματικοί βαστούνε καταλόγους, με το φακό γυρεύουνε δρόμους και αριθμούς όπου κατοικούνε αριστεροί, καταγραμμένοι από καιρό, του μίσους υπομονετικιά δουλιά.
     Χτυπούνε πόρτες σημειωμένες στα χαρτιά τους, βγαίνουνε στα παράθυρα κεφάλια «ποιος;»«Ελληνικός στρατός, ανοίξτε αμέσως» -…ποιος στρατός, τ’ αδέλφια μας, οι γιοι μας, ο γείτονας, ο γιος του γείτονα πατούνε τα σπίτια μας;
     Άλλοι ανοίγουνε στη στιγμή, άλλοι αργούνε. Κάποιος γρήγορος άρπαξε το τηλέφωνο, κάπου ειδοποιεί – μετά 5 λεπτά τα τηλέφωνα όλα έχουν κοπεί- κατρακυλά την πίσω σκάλα σα γάτος, χάνεται. Ο «Στρατός» τώρα προχώρησε μέσα, διαβάζει διαταγές, φοβερίζει, κάνει συλλήψεις ως το πρωί. Κι όλη την μέρα και την άλλη μέρα και την άλλη.
*
    Χτυπήσανε την πόρτα και του Ακροναυπλιώτη, που τώρα είναι πλασιές βιβλίων. Αυτός επί Μεταξά που πρωτοπιάστηκε ήτανε 18 χρονών, δικάστηκε, ύστερα τον παραδόσανε οι μεταξικοί και «σύμμαχοι» Εγγλέζοι στους Ναζήδες που εισβάλανε, ύστερα έκανε αντάρτης στο βουνό, ύστερα φυλακίστηκε με τον εμφύλιο, αμνηστεύστηκε, παντρεύτηκε μια χωριανή του κοπέλλα, κάναν ένα παιδάκι, νοικιάσανε και μιαν αποθήκη σε στοά, δούλευε. Τώρα πάλι τον παίρνουνε. Γυρίζει το κεφάλι που του άσπρισε πρόωρα, βλέπει το παιδί στο κρεβατάκι με τις κορδέλλες, ρίχνει μια ματιά στη γυναίκα του, το πρόσωπό της κι αυτηνής άσπρο σαν το σεντόνι του παιδιού, δε λένε τίποτα, τον πηρανε, κανείς γείτονας δε φάνηκε. Πριν ανέβει στην κλούβα γυρίζει προς τη γυναίκα του και λέει: «Κάνε πια εσύ ό,τι μπορείς, τα κλειδιά της αποθήκης στο σακκάκι μου…»
* Διαβάστε περισσότερα…

«Στο ματωμένο, στο μαρτυρικό το δρόμο…» της Ρόζας και του Καρλ

10/04/2013

Το βράδυ της 15ης Γενάρη του 1919, συλλαμβάνονται και δολοφονούνται άνανδρα οι ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ. Οι δολοφόνοι έστειλαν το σώμα του Καρλ Λίμπκνεχτ στο νεκροτομείο σαν «πτώμα αγνώστου ανδρός», ενώ το σώμα της Ρόζας Λούξεμπουργκ το πέταξαν σε ένα κανάλι όπου βρέθηκε βδομάδες αργότερα, στις 31 του Μάη του 1919. Την ίδια περίοδο εκατοντάδες μέλη του Κ.Κ.Γερμανίας δολοφονήθηκαν με παρόμοιες μεθόδους.
Ένα ιστορικό της δολοφονίας των Λίμπκνεχτ και Λούξεμπουργκ μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

13 χρόνια αργότερα, στις 22/1/1933 δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη («Νέος Ριζοσπάστης» τότε) ένα ποίημα του Γιώργου Σημηριώτη με τίτλο τα ονόματα των 2 δολοφονημένων ηγετών.


Καρλ Λήμπκνεχτ, Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Στο ματωμένο, στο μαρτυρικό το δρόμο
που σφάχτηκαν, ολόρθοι πάντα καρτερούν.
Κι’ άμετρα πλήθη πίσω τους σκορπούν τον τρόμο
κι όλο πυκνώνουν και σαν κύματα βοούν!

Χυμούν! πού παν; τι βλέπουν; τι τα ηλεκτρίζει;
τι δείχνουν οι δυο άτρομοι αγωνιστές μπροστά;
-Ω! τ’ όραμα της Λευτεριάς όπου γκρεμίζει
σύνορα, ψεύτικους ναούς, πατρίδες και σκoλιά!

Κ’ η φοβερή κραυγή τους, ω! από χείλη ως χείλη
άκου! ως τα πέρατα της γης βροντά κι’ αχή.
-Τι κι’ αν χτυπάτε, δολοφόνοι; θ’ ανατείλει,
νά την! προβαίνει πέρα Κόκκινη μι’ Αυγή!

Πιο Κόκκινη απ’ το άιμ’-αλλοί σας!-το χυμένο
πού’βραζε μεσ’ στων νέων Σπαρτάκων την καρδιά,
και που σε κάθε στήθος τώρα πονεμένο,
σίδερο γίνεται, όργητα, βροντή, φωτιά.

Να σπάσει όλες της σκλαβιάς τις αλυσίδες,
να κάψει τ’ άτιμα παλάτια της κλεψιάς,
και να σκορπίσει τις ειρηνικές αχτίδες
της καλωσύνης, της αγάπης, της δουλειάς!

Στο ματωμένο, στο μαρτυρικό το δρόμο
που σφάχτηκαν, ολόρθοι πάντα καρτερούν!
Κι’ άμετρα πλήθη πίσω τους σκορπούν τον τρόμο…
-Ο Λήμπκνεχτ, να! κ’ η Ρόζα ‘μπρος τα οδηγούν!

 

rosa-luxemburg-karl-liebkne

Ο Γεώργιος Σημηριώτης (1878-1964),αδερφός του ποιητή Άγγελου Σημηριώτη, γεννήθηκε στο Αδραμύττι της Μικράς Ασίας, μεγάλωσε όμως στη Μυτιλήνη, όπου πέρασε τα μαθητικά του χρόνια και ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές. Στη συνέχεια έφυγε για την Αθήνα, όπου έζησε από το 1898 ως το 1906 και ταξίδεψε στην Ιταλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελβετία και τις Η.Π.Α. Στην Αθήνα επέστρεψε το 1916, δημοσίευσε κείμενα σε λογοτεχνικά περιοδικά, εξέδωσε από κοινού με τον αδερφό του Κώστα το περιοδικό Σαλόνι (1924) και ασχολήθηκε με το θέατρο. Μετά από μια σύντομη παραμονή στη Σμύρνη πριν το 1922 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου πέρασε την υπόλοιπη ζωή του. Διευθυντής του Θεατρικού Φοιτητικού Ομίλου και Σύμβουλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1902 με την έκδοση της ποιητικής συλλογής «Τραγούδια», ενώ ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία και τη λογοτεχνική μετάφραση.

«Το πνεύμα σκουριάζει τελευταίο»

07/04/2013

«Είναι δυνατή η καλλιτεχνική δημιουργία στις προχωρημένες ηλικίες;»
Στο δημοσιογραφικό αυτό ερώτημα έδωσαν απάντηση πριν σχεδόν 40 χρόνια, τέσσερις μεγάλοι Έλληνες λογοτέχνες.

 Το κείμενο δημοσιεύτηκε  στην στήλη «Ζωή και Τέχνη» της εφημερίδας » Ταχυδρόμος» της Αιγύπτου στο φύλλο της 10/7/1974, και πιθανώς αποτελεί αναδημοσίευση από αθηναϊκό έντυπο. 

Τρεις παππούδες και μια γιαγιά στην Ελληνική λογοτεχνία.

Τέσσερα… παλληκάρια της λογοτεχνίας μας ξεπέρασαν τα ογδόντα και βάλαν πλώρη για τα εκατό. Ο Κώστας Βάρναλης είναι 93! Ο Βασίλης Ρώτας 85! ο Γιάννης Σκαρίμπας 82! Η Έλλη Αλεξίου 80!
Κανένα από τα «τρομερά παιδιά δεν εγκατέλειψε την πέννα, μήτε φόρεσε μονόκλ, σήμα κατατεθέν των γηρατειών, κανένα δεν κράτησε μπαστούνι, αλλά όλα όμως εξακολουθούν να τρέφουν το σπόρο της «τρέλλας» μέσα τους. Τον σπόρο της αληθινής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Όλα γράφουν… Πιο λίγο ο Βάρναλης που δεν βλέπει πια και δεν ακούει. Περισσότερο ο Ρώτας με επιδόσεις στα ερωτικά τραγούδια. Νυχθημερόν ο «ειδωλοφάγος Σκαρίμπας που τρώγεται με τους… «αθάνατους» και με τα ρούχα του. Ακατάπαυστα και η Έλλη Αλεξίου, με την παροιμιώδη μαχητικότητα εξαίρετο καμουφλάζ του πράου χαρακτήρα της.
Μιλήσαμε με τους τρεις λεβεντόγερους και την Έλλη, που γιόρτασε προχθές τα γενέθλιά της. Ζητήσαμε να μας απαντήσουν στο ερώτημα, αν είναι δυνατή η καλλιτεχνική δημιουργία στις προχωρημένες ηλικίες.
varnalis01  Ο Βάρναλης στο σπίτι του, ρομαντικός και οξύθυμος πάντα, γκρίνιαζε συνέχεια, δεν άκουγε τίποτε αν και φωνάζαμε μ’ όλη τη δύναμη στο αυτί του… Όταν του γράψαμε τι θέλουμε, μίλησε και γενικώς απάντησε:
– Αυτό γίνεται! Άλλα δεν γίνονται πανάθεμά τα σ’ αυτήν την ηλικία…
Ο «παππούς» ήταν πολύ νευρικός και καταβεβλημένος από τις εξαντλητικές αϋπνίες. Δεν είναι πια το ογδοντάχρονο «παληκαράκι» που κονταροχτυπιόταν με τη ζωή κι έκανε μπάνιο στη βαρυχειμωνιά στη μεγάλη αγάπη του στη θάλασσα.

Βασίλης_Ρώτας Ο Βασιλης Ρώτας με τη βραχνή φωνή του και το κοφτό θαρραλέο ύφος του μας είπε :
– Ο κόσμος όλος το ξέρει πώς το πνεύμα τελευταίο σκουριάζει. Το παν είναι να παραμείνει εξελίξιμο, ζωντανό, ικανό να παράγει. Γι’ αυτό χρειάζεται από τη μια νά’ναι δεμένο με γερά κόκκαλα και από την άλλη να βρίσκεται στο κατάλληλο κοινωνικό περιβάλλον. Αυτό το τελευταίο είναι το μυστικό της μακροβιότητας του πνεύματος. Εγώ,δόξα στα γηρατιά μου, γράφω και καταγίνομαι με όλα. Δουλεύω από το πρωί μέχρι το βράδυ. Τέλειωσα το Σαίξπηρ και τώρα ετοιμάζω μια ποιητική συλλογή που ο τίτλος της είναι ένα κι ένα γι’ αυτό που με ρωτάς: «Βραδυνό τραγούδι». Ποιήματα εκ μακροχρονίου ερωτικής παθήσεως προερχόμενα… Δεν έχουν τέλος αυτά καϋμένε…

skaribas Ο Γιάννης Σκαρίμπας, ανδρείος στην ελεύθερη έκφραση της γνώμης του, μας απάντησε στο τηλέφωνο, αφού προηγουμένως η βαφτισημιά του, τού εξήγησε τι θέλουμε. Δεν ακούει κι αυτός πολύ καλά…
– Βεβαίως υπάρχει δημιουργική πνοή στις μεγάλες ηλικίες, είπε. Εγώ εργάζομαι πιο πολύ τώρα από τότε. Σηκώνομαι στις τρεις το πρωϊ και λαλώ πριν λαλήσουν τα κοκόρια… Γράφω τον τρίτο τόμο από «Το 21 και η αλήθεια». Αυτά με την άδεια του κ. Μαρκεζίνη, που γράφει κι αυτός ιστορία. Αυτός είναι σοφός και γράφει ό,τι του αρέσει. Εγώ μη έχοντας τη δική του μεγαλοσχημότητα γράφω μόνο ό,τι είναι η αλήθεια. Τον τελευταίο καιρό καταβροχθίζω εφημερίδες και περιοδικά αλλά και πάλι πεινάω… Εντυπωσιάστηκαν από μια συνέντευξη του Ηλία Πετρόπουλου για την αργκώ και το ρεμπέτικο τραγούδι.
alexiou1 Η Έλλη Αλεξίου, που θα την ζήλευε αν την έβλεπε η Ασλάν, είναι η καλή γιαγιά των ελληνικών γραμμάτων. Ακούστε τι λέει:
– Όσο τα κύτταρα του εγκεφάλου μας διατηρούνται υγιά, τόσο οι αισθητικές και καλλιτεχνικές αντιλήψεις μας και η δημιουργικότητά μας λειτουργούν με το ρυθμό τους. Ίσως και πιο βελτιωμένες. Δεν πιστεύω λόγου χάριν πως 25 χρονών απολάμβαναμε με την ίδια πληρότητα την «Ιερά Οδό» του Σικελιανού ή το «Ένας, όλοι» του Βάρναλη ή τον Καβάφη.
Το κακό είναι πως μάθαμε να μετράμε. Καταραμένη να ήταν η ώρα. Μόνο αυτό το καταραμένο μέτρημα μου λέει πως κάποτε ήμουν νέα και τώρα είμαι γριά. Να μια περίπτωση που τα ζώα, μη ξέροντας αριθμητική, βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα από μας.

Τρυφερά, ειλικρινή γεμάτα πάθος, τα «παλληκαράκια» της λογοτεχνίας μας τραβάν για τα εκατό. Πάνω στην ίδια φωτεινή γραμμή που χάραξαν από τα νεανικά τους χρόνια.

——–

Για την ιστορία, ο Κώστας Βάρναλης πέθανε λίγους μήνες αργότερα στις 16 Δεκεμβρίου του 1974, ο Βασίλης Ρώτας στις 30 Μαϊου του 1977, ο Γιάννης Σκαρίμπας στις 21 Ιανουαρίου του 1984 και η Έλλη Αλεξίου στις 28 Σεπτεμβρίου του 1988. Είχαν την ευτυχία και οι 4 να φύγουν  χωρίς να νιώσουν ίχνος σκουριάς στο μυαλό τους.

Το Ιστορικό Βιβλιοπωλείο Εστία περνάει στα χέρια του Άδωνι Γεωργιάδη

01/04/2013

bibliopwleioΟι «εκδόσεις Γεωργιάδη» του βουλευτή της Ν.Δ κ. Άδωνι Γεωργιάδη εξαγοράζουν το ιστορικό βιβλιοπωλείου της Εστίας στην οδό Σόλωνος,που μετά από 128 χρόνια λειτουργίας έβαλε λουκέτο. Το βιβλιοπωλείο θα μετονομαστεί σε «Εστία-Ελληνική Αγωγή» και θα εξυπηρετεί τις ανάγκες της επιχείρησης του επιτυχημένου βουλευτή και επιχειρηματία.
Στο βιβλιοπωλείο θα βρουν στέγη, εκτός από τα γνωστά για την ποιότητα και την αρτιότητά τους βιβλία των εκδόσεων Γεωργιάδη, όλα τα βιβλία εθνικού, πατριωτικού και χριστιανικού περιεχομένου.
Σε ένα ειδικά διαμορφωμένο χώρο του βιβλιοπωλείου θα στηθεί το στούντιο για τις τηλεοπτικές εκπομπές του Άδωνι και του Λεωνίδα Γεωργιάδη, αφού για κανένα λόγο δεν πρόκειται να σταματήσει η επαφή τους με το τηλεοπτικό κοινό.
imagesΟ Άδωνις Γεωργιάδης άλλωστε μόλις πρόσφατα παραδέχτηκε σε κάποια από τις συνεντεύξεις του ότι «παρά τον λυσσαλέο πόλεμο που δέχεται τόσα χρόνια από πολιτικούς αλλά και επιχειρηματικούς του αντιπάλους,στις τηλεοπτικές του εκπομπές χρωστάει την πολιτική αλλά και την επαγγελματική του υπόσταση».
Ο αδερφός του βουλευτού Λεωνίδας Γεωργιάδης σε τηλεφωνική του παρέμβαση σε  εκπομπή του ραδιόφωνου του ΣΚΑΪ ,που αποκάλυψε πρώτο το θέμα της εξαγοράς του βιβλιοπωλείου της Εστίας δήλωσε : «Οι εκπομπές μας «Ελλήνων Έγερσις», θα κρατήσουν τον πατριωτικό και ηθικοπλαστικό τους χαρακτήρα αλλά θα προσθέσουμε και μια νότα ψυχαγωγίας.Έχουμε ήδη κάποιες ιδέες για την αξιοποίηση της Ευγενίας Μανωλίδου στο κομμάτι αυτό. Να περιμένετε πολλές εκπλήξεις»

Τα εγκαίνια του χώρου «Εστία-Ελληνική αγωγή» θα γίνουν το μεθεπόμενο Σάββατο 13 Απριλίου και θα χοροστατήσει ο προσωπικός φίλος των αδερφών Γεωργιάδη μητροπολίτης Αιγιαλείας και Καλαβρύτων Αμβρόσιος, ενώ θα παραβρεθούν πολιτικοί και από τα 3 κόμματα της τρι-κυβέρνησης.
Από την μεριά μας ευχόμαστε καλή επιτυχία αφού πιστεύουμε ότι η χώρα μας σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές χρειάζεται τολμηρούς επιχειρηματίες αλλά και πνευματικούς καθοδηγητές σαν τους αδερφούς Γεωργιάδη.

ΠΗΓΗ

Μνήμη Νίκου Μπελογιάννη (repost)

31/03/2013

Τα ξημερώματα της Κυριακής 30 Μάρτη του 1952, οι Νίκος Μπελογιάννης, Νίκος Καλούμενος, ο Ηλίας Αργυριάδης και ο Δημήτρης Μπάτσης, οδηγούνται στο Γουδί και εκτελούνται με τουφεκισμό στις 4:12 π.μ.
Ένα αφιέρωμα στη μνήμη του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων που εκτελέστηκαν μαζί του είναι το παρακάτω απόσπασμα από το άρθρο του Άρη Μωραΐτη, εκδότη και διευθυντή σύνταξης του περιοδικού «Τότε», που δημοσιεύτηκε στο τεύχος Νο 29 (2) του περιοδικού (Δραχμαί 300), που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβρη του 1987.

Mpelogiannis

«Κείμενα από την απομόνωση» του Νίκου Μπελογιάννη

Η Ηρωική διάσταση της προσωπικότητας του Νίκου Μπελογιάννη, είναι γνωστή. Λιγότερο γνωστή, εν τούτοις όχι λιγότερο ουσιαστική, είναι η ύπαρξη ενός πνεύματος που ήταν τόσο πλατύ, ώστε να μπορεί παράλληλα με την εξαιρετικά δύσκολη λόγω των συνθηκών, οργανωτική δουλειά του κόμματος να ασχολείται με ζητήματα όπως αυτό των ριζών της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ενός κομμουνιστή αγωνιστή που μπορούσε να λέει σε εποχή πολιτικού και γλωσσικού φανατισμού, ότι κάνουν μεγάλο σφάλμα που ζητούν τα έργα του Παπαδιαμάντη να μεταφραστούν στη δημοτική. Ενός ανθρώπου που ξεκίνησε την έρευνα και την συγγραφή μέσα στην απομόνωση κάτω από την σκιά του εκτελεστικού αποσπάσματος μιας μελέτης που αφορούσε τις ρίζες της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Το θέμα αυτό δεν είναι ούτε «τυχαίο», ούτε «ειδικό». Η λογοτεχνία, είναι η γραπτή σκέψη και η γενικότερη εικόνα της κοινωνίας της κάθε εποχής, και η έρευνα πάνω στις ρίζες της. Είναι τελικά, μια έρευνα πάνω στις ρίζες του νεότερου Ελληνισμού.

Η μελέτη αυτή ποτέ δεν ολοκληρώθηκε αφού το εκτελεστικό απόσπασμα διέκοψε την συγγραφή της μαζί με την ζωή του Νίκου.
Και όμως, ό,τι διασώθηκε, εξαιτίας των συνθηκών κάτω από τις οποίες έγινε η συγγραφή, δίνει απαντήσεις σε πλήθος ερωτημάτων. Άμεσα και σε αυτούς που συμφωνούν πολιτικά μαζί του δίνει απάντηση στο ζήτημα των ριζών του νεότερου ελληνισμού. Έμμεσα, αλλά εν τούτοις πολύ σαφώς, δίνει απαντήσεις, σε κάθε άνθρωπο για προβλήματα του σήμερα και του αύριο.

Το μοναδικό κεφάλαιο του βιβλίου που πρόλαβε να συγγράψει ο Νίκος, καθώς και οι σημειώσεις του και οι αποδελτιώσεις στις οποίες θα στηριζόταν η συγγραφή του υπόλοιπου, εκδόθηκαν το 1982 από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» με τίτλο «Κείμενα από την απομόνωση». Την επιμέλεια του βιβλίου την έκανε η σύντροφος του Μπελογιάννη, η Έλλη Παππά, που ήταν συνεργάτισσά του, στη συγγραφή του έργου.
Στον πρόλογό της διαβάζουμε την καταπληκτική ιστορία αυτού του βιβλίου:

…Η μελέτη αυτή έχει μια μεγάλη και πολύ χαρακτηριστική ιστορία. Γιατί ξεκίνησε μέσα στα μπουντρούμια της Ασφάλειας, στους ατέλειωτους μήνες της απομόνωσης, από την σύλληψή μας ως την πρώτη δίκη. Το γράψιμό της ολοκληρώθηκε στη φυλακή της Κέρκυρας, όπου είχε μεταφερθεί ο Νίκος, όταν τελείωσε η πρώτη δίκη, ως την μεταφορά του και πάλι στα απομονωτήρια της Ασφάλειας, το Γενάρη του ’52, για την δεύτερη δίκη.
Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά. Στην απομόνωση της Ασφάλειας είχαμε αναπτύξει ένα πυκνό «σύστημα επικοινωνίας» με διάφορα μέσα : από το…βήχα, που έδινε συνεχώς το «στίγμα» μας, που έλεγε ότι βρισκόμαστε στο κελλί και είμαστε καλά – ή όταν έπαυε ν’ ακούγεται, ότι κάπου έχουν πάρει τον ένα, κι η επιστροφή του στο κελλί, και ο καθησυχαστικός τόνος του βήχα έφερνε την είδηση πως τίποτα κακό δεν έγινε- ως την αλληλογραφία με σημειώματα, που ανταλλάσσαμε πολλές φορές την μέρα, με σύστημα που ο Νίκος είχε επινοήσει. Αυτή η αλληλογραφία ήταν αρκετά οδυνηρή, ιδιαίτερα για τον Νίκο, που δεν κάπνιζε. Γιατί, για πολλούς μήνες δεν είχαμε μολύβι, δεν θέλαμε να ζητήσουμε από κανένα φρουρό, για να μην κινήσουμε υποψία για την αλληλογραφία μας, κι έτσι γράφαμε με την καύτρα των σπίρτων που τα καίγαμε με αναμμένο τσιγάρο. Για να γραφτεί ένα σημείωμα χρειαζόταν να καούν αρκετά τσιγάρα, έτσι, που το κατάκλειστο κελλί φλόμωνε από τον καπνό. Ο Νίκος άρχισε αιφνίδια να προμηθεύεται τσιγάρα (στην αρχή είχε ένα μικρό μολυβάκι, που το είχε βρει στα σκουπίδια) κι αυτό έδωσε μεγάλη χαρά στους ασφαλίτες. Που έδωσαν, μάλιστα, και σχετικό σχόλιο σε κάποια εφημερίδα, πως τα νεύρα του Μπελογιάννη… σπάσανε, αφού άρχισε να καπνίζει!

Όσο περνούσε ο καιρός, τα γράμματα που ανταλλάσσαμε μεγάλωναν, δεν ήταν πια ένας στοιχειώδης τρόπος επικοινωνίας, αλλά μια πραγματική ανταλλαγή πολλών σκέψεων. (Για να εξασφαλίσουμε το απαραίτητο χαρτί, ψάχναμε μανιωδώς στο βαρέλι των απορριμμάτων, μαζεύαμε βρώμικα χαρτιά, τα πλέναμε και τα στεγνώναμε, και με τον ίδιο τρόπο μαζεύαμε κομμάτια εφημερίδων, κι έτσι κάτι μαθαίναμε από τον έξω κόσμο). Μέσα απ’ αυτή την αλληλογραφία βγήκε κάποια στιγμή η ιδέα πως λείπει μια ιστορία της ελληνικής σκέψης, στην διαδρομή της από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Ο Νίκος, πρότεινε να τη γράψουμε εμείς, και μάλιστα ν’ αρχίσουμε τη δουλειά αμέσως, μέσα στην απομόνωση. Ένας από τους φρουρούς είχε αποκτήσει κάποια οικειότητα μαζί μας, εκτιμούσε τη στάση μας, όπως έλεγε. Ο Νίκος του άνοιξε κουβέντα για βιβλία, εκείνος είπε πως αγαπούσε το διάβασμα και τα καλά βιβλία, ο Νίκος του πρότεινε να μας αγοράζει βιβλία και αφού τα διαβάζουμε, να του τα χαρίζουμε. Δέχτηκε. Άρχισε να φέρνει βιβλία, πρέπει να έκανε μ’ αυτό τον τρόπο μια καλή βιβλιοθήκη. Τα διαβάζαμε, ανταλλάσσαμε κρίσεις και σκέψεις – ιδιαίτερα είχαμε ασχοληθεί με το Βυζάντιο, από την αρχή.

Όταν με πήραν εμένα από την ασφάλεια, τέλος Ιούνη του ’51, ο Νίκος συνέχισε τη μελέτη. Καθώς είχε μείνει σχεδόν μόνος του (αν θυμάμαι καλά, μόνο τη Βάσω Λεβεντάκη είχαν κρατήσει από τις γυναίκες στην Ασφάλεια ως τη δίκη), είχε κάποια μεγαλύτερη άνεση να προμηθεύεται βιβλία. Μου έστειλε κι εμένα μια παρτίδα στη φυλακή, με πολλές σημειώσεις στα περιθώρια. Έτσι, άρχισε να παίρνει μορφή η μελέτη του για τις ρίζες της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Στη φυλακή της Κέρκυρας, στο ελάχιστο διάστημα που έμεινε εκεί, μπόρεσε να τη γράψει, σαν ένα κεφάλαιο της μεγάλης μελέτης πάνω στη ιστορία της ελληνικής σκέψης, που θα γράφαμε μαζί, αν ζούσαμε βέβαια. Αυτό το «αν ζούσαμε», ήταν η μόνιμη επωδός σε κάθε σχέδιο, μα αυτό δεν εμπόδιζε να κάνουμε σχέδια και να τα βάζουμε σε εφαρμογή, κι αυτό είναι, νομίζω, που έχει σημασία. Ότι ο Νίκος Μπελογιάννης μπόρεσε, μέσα στην απομόνωση της Ασφάλειας, να ξεκινήσει ένα τόσο μεγάλο σχέδιο και να προλάβει να ολοκληρώσει έστω και ένα του κεφάλαιο.

Έτσι, μπορούμε σήμερα να δώσουμε μια πλήρη έκδοση της δουλειάς του Νίκου Μπελογιάννη. Η σημασία της δεν είναι «φιλολογική», είναι ανθρώπινη, και πολιτική και -ίσως- ιστορική. Η ανθρώπινη και η πολιτική της σημασία, είναι και η μέγιστη. Είναι ένα μοναδικό ντοκουμέντο για το πώς ο Νίκος Μπελογιάννης «τοποθετούσε» τον εαυτό του μέσα στη ζωή και στο κομμουνιστικό κίνημα. Αυτή η δίψα για μελέτη και έρευνα, ακόμα και μέσα στις χειρότερες συνθήκες, ακόμα και μέσα στις ώρες της υπέρτατης αγωνιστικής δοκιμασίας, όταν τα περιθώρια για σωτηρία και επιβίωση μηδενίζονταν, νομίζω πως είναι το πιο καλό «παράδειγμα» (αν μπορούμε να μεταχειριστούμε τη λέξη), για τις νεότερες γενιές των κομμουνιστών -ίσως όχι μόνο των κομμουνιστών.

Δεν ξέρω αν θα ξενίσει πολλούς αυτό που θα πω, μα έχω σκεφτεί πολλές φορές, πως αυτή η δουλειά του Νίκου Μπελογιάννη δίνει μια απάντηση σ’ αυτό που λέγεται σήμερα «ανθρώπινη μοναξιά». Αν μπορούμε να μιλήσουμε για μοναξιά, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για την αποθέωσή της: την Απομόνωση.
«Πρόσεχε. Η απομόνωση είναι το χειρότερο βασανιστήριο», μου έγραφε ο Νίκος σ’ ένα από τα πρώτα του γράμματα, μόλις μπορέσαμε να επικοινωνήσουμε. Όταν σκέφτομαι εκείνα τα τσιμεντένια κλουβιά, του Νίκου φωτισμένο νύχτα μέρα μ’ ένα απαίσιο εκτυφλωτικό λαμπιόνι, το δικό μου κατασκότεινο, με μοναδική πηγή φωτός ένα μακρινό λαμπιόνι στο διάδρομο, που έστελνε λίγο μακρινό φως στο ταβάνι, μέσα από το άνοιγμα με τα σιδερένια κάγκελα που ήτανε πάνω από την πόρτα, και να σ’ έχουνε εκεί, μήνες και μήνες, τότε λέω και ξαναλέω πως η «ανθρώπινη μοναξιά», μπορεί ν’ αρχίσει εκεί που τελειώνουνε τα όρια της ανθρώπινης δημιουργικότητας, εκεί όπου στομώνει η ικανότητα του ανθρώπου να αλλάζει τους όρους ζωής του, εκεί όπου εξαντλείται η μαχητικότητα και αρχίζει η παραδοχή της ήττας.

moel1

Έτσι η ιστορία του Μπελογιάννη ξεπερνάει τον θρύλο ενός ηρωικού και πρόωρου θανάτου και γίνεται μια εκδήλωση βαθύτατης εμπιστοσύνης στη ζωή και στις δυνατότητές της, από ένα νέο άνθρωπο, που έβλεπε ότι η δική του ζωή τελειώνει…
Κάτω από αυτή την προοπτική, ο Μπελογιάννης ξεπερνάει τα όρια της χώρας του, του κόμματός του, του αιώνα του.
Αυτοί οι παράγοντες βέβαια τον γέννησαν και τον διαμόρφωσαν, αλλά ο Νίκος σαν πανανθρώπινο σύμβολο, δεν ανήκει πια μόνο σ’ αυτούς. Δίνει έτσι απάντηση σε ένα πλήθος από προβλήματα, κοινωνικά αλλά ακόμη και ατομικά που έχουν τις ρίζες τους στην απογοήτευση και στην απελπισία που συχνά καταλαμβάνουν άτομα και κοινωνικές ομάδες.
Σε όσους η περιπέτεια της ζωής, φαίνεται σαν μια χωρίς νόημα τραγωδία. Σε ένα μέρος της σημερινής νέας γενιάς, που επειδή η ιστορία δεν της ζήτησε αγώνες και θυσίες, εκτονώνει το αγωνιστικό και ηρωικό ένστικτό της επιδιώκοντας τον κίνδυνο, ίσως και ένα «ηρωικό» θάνατο, με τη μοτοσυκλέτα…
Ενώ για τον Μπελογιάννη, η ζωή είναι πολύτιμη μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτό της…

Το τραγούδι στο player είναι από τον δίσκο του Θάνου Μικρούτσικου “Αντάρτικα”. Έχει τίτλο “Ο Μπελογιάννης ζει”, οι στίχοι είναι του Δημήτρη Ραβάνη-Ρεντή, η μουσική του Λάκη Χατζή και τραγουδάει η Μαρία Δημητριάδη.

Φρεσκαδούρες!

30/03/2013

Μετά το κούρεμα έρχεται το ξύρισμα.
Οι …ελαφροχέρηδες προπονούνται.

Ετοιμαστείτε…
Axe
Axe-2-620x812

Ο Λόρδος Μπάυρον προς τους Έλληνες

22/03/2013

Επίκαιρη πάντα η φωνή των ποιητών..
Απόσπασμα από «Τα νησιά της Ελλάδας» του Τζωρτζ Γκόρντον Μπάυρον.
Μετάφραση Αργύρη Εφταλιώτη.

Lord_Byron
(…)
Απ΄τους άπιστους Φράγκους λευτεριά μη ζητάτε!
Εκεί ζουν ηγεμόνες που πουλούν κι αγοράζουν.
Με δικό σας τουφέκι και σπαθί πολεμάτε!
Αυτού θά’βρετ’ ελπίδα, κι ό,τι θέλουν ας τάζουν.
Ζυγός Τούρκου, με Φράγκου πονηριά σαν ταιριάσουν
την ασπίδα, όσο νά’ναι δυνατή, θα τη σπάσουν.
(…)

Μαρτιάτικος τσελεμεντές… για πετυχημένους δεκάρικους

13/03/2013

Από το 1830 που αναγνωρίστηκε η ανεξαρτησία του νέου ελληνικού κράτους, ή πιο σωστά από το 1838 , που η 25η Μαρτίου καθιερώθηκε ως εθνική επέτειος και άρχισε να γιορτάζεται και επισήμως,εκφωνήθηκαν αμέτρητοι λόγοι για την λαμπρή αυτή ημέρα.
Εμπνευσμένοι αλλά και λιγότερο δεινοί ρήτορες σ’ όλα αυτά τα χρόνια, σπατάλησαν τον πολύτιμο ή μη χρόνο τους προσπαθώντας να συγγράψουν ένα λόγο, που να συναρπάζει τους ακροατές, να τους μεταφέρει το μήνυμα της ημέρας, αποφεύγοντας όμως τις κοινοτοπίες και τις τετριμμένες εκφράσεις.
Από τότε μέχρι και σήμερα, κάθε που πλησιάζει η επέτειος, οι άνθρωποι, που προσφέρονται ή ορίζονται να εκφωνήσουν λόγο για την 25η Μαρτίου, αγωνίζονται να συγγράψουν ένα κείμενο πανηγυρικό αλλά όχι και για τα… πανηγύρια.
Πολλοί απ΄αυτούς πέφτουν σε writer’s block και περνάνε πολλές ώρες αντιμέτωποι με μια κατάλευκη σελίδα, πριν καταφύγουν σε κάποιο παλαιότερο λόγο ή σε κάποιο «τυφλοσούρτη», σε κάποιο δηλαδή βιβλίο με έτοιμες ομιλίες.
Η εφημερίδα «Σκριπ», που ξεκίνησε ως εβδομαδιαίο σατυρικό έντυπο τον Αύγουστο του 1893 και εξελίχτηκε αργότερα σε καθημερινή πολιτική εφημερίδα, διέγνωσε νωρίς το πρόβλημα αυτό και σκέφτηκε να βοηθήσει στην επίλυσή του.
Έτσι,με την πρώτη ευκαιρία,στις 27 Μαρτίου του 1894, δημοσίευσε ένα ποιητικό…τσελεμεντέ, μια συνταγή για την συγγραφή πετυχημένων επετειακών λόγων, που φέρει την υπογραφή ΝΙΚΜΑΝ.
Απολαύστε το.
01

Συνταγή προς κατασκευήν πανηγυρικών λόγων διά κάθε 25 Μαρτίου

Λάβε τσαπράζια αρκετά, φλοκάτας άλλας τόσας,
σμίξον λερών φουστανελλών ολίγας δωδεκάδας,
λημέρια από τον Κίσσαβο, ρεματαριαίς της Όσσας,
γολέττας τρίψον έπειτα και Τουρκικάς αρμάδας
επίπασον με φλάμπουρα και κάμποσα μιλιόνια,
θες κορφοβούνια περισσά και κλέφτικα λημέρια,
κουφάρια Τούρκων άπειρα, μπάλες, σπαθιά, τρομπόνια,
ολίγες τσακμακόπετρες και αδειανά κεμέρια.
Το μίγμα τέλος ράντισον μ’ ελευθεριάς κλωνάρια,
κάν’ το σαλάτα, φόρεσε, αν έχης, τα καλά σου,
σ’ ένα μπαλκόνι άναψε κεράκια και φανάρια,
σερβίρισέ το απ΄εκεί… και κάνεις τη δουλειά σου !
ΝΙΚΜΑΝ
1821-150x150

Μικρό γλωσσάρι

Γολέττα (η): είδος ιστιοφόρου πλοίου.
Επιπάσσω: πασπαλίζω
Κεμέρι (το): ένα είδος δερμάτινης ζώνης που φορούσαν οι χωρικοί, που μέσα έβαζαν τα λεφτά τους.
Μιλιόνι (το):  είδος εμπροσθογεμούς τουφεκιού που χρησιμοποιήθηκε και το 1821
Μπάλα (η): βόλι, βλήμα τουφεκιού.
Τρομπόνι (το): είδος εμπροσθογεμούς τουφεκιού, που η κάνη του άνοιγε προς τα μπρος, σαν χωνί.
Τσαπράζια (τα): ασημένια κοσμήματα της παλιάς εθνικής ανδρικής ενδυμασίας, που φοριούνται σταυρωτά.
Φλάμπουρο (το) : πολεμική σημαία.
Φλοκάτα (η): χοντρό φλοκωτό πανωφόρι των χωρικών.

  • θέι θάμθιγκ

  • ΠΡΟΣΟΧΗ!

  • ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΥΠΕΡΠΕΡΑΝ

  • Monkey Business

  • The Big Store

  • Από 06/01/2007 μέχρι τώρα

  • This blog is under copyleft… All wrongs reversed

  • Εισάγετε το email σας για εγγραφή στην υπηρεσία αποστολής ειδοποιήσεων μέσω email για νέες δημοσιεύσεις.

    Προστεθείτε στους 7.581 εγγεγραμμένους.
  • Μαΐου 2024
    Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
     12345
    6789101112
    13141516171819
    20212223242526
    2728293031